sxoliathinvn
Λεπτομέρεια από το έργο «Η Σχολή των Αθηνών». Νωπογραφία του Ραφαήλ. Στα αριστερά διακρίνουμε τον Πλάτωνα, δεξιά τον Αριστοτέλη. 

«Τρία πράγματα κάνουν τη ζωή του δούλου: η δουλειά, η τιμωρία και η τροφή. Το να μην τιμωρούνται και να μην δουλεύουν αλλά να τους παρέχεται τροφή τους κάνει αλαζονικούς∙ αλλά και το να δουλεύουν και να τιμωρούνται χωρίς να παίρνουν τροφή, είναι βιαιοπραγία και τους εξασθενεί. Απομένει λοιπόν να τους παρέχουμε εργασία και τροφή ικανοποιητική∙ γιατί δεν είναι δυνατόν να αφεντεύεις αμίσθωτους. […] Οι καλύτεροι εργάτες θα ήσαν αυτοί που δεν είναι ούτε υπερβολικά δειλοί ούτε υπερβολικά ανδρείοι. Και οι δυο αυτές ακρότητες είναι δείγματα κακά∙ υπερβολικά δειλοί δεν αντέχουν πολλά και οι υψηλόφρονες δεν εξουσιάζονται εύκολα». 
Αριστοτέλους, «Οικονομικός Πρώτος», Άπαντα, Τόμος 4, εκδόσεις Κάκτος, σελ. 266-67

Είναι χιλιάδες οι φορές που κοιταζόμαστε στον καθρέφτη δίχως να παρατηρούμε τα σημάδια που αφήνει ο χρόνος επάνω μας. Έχουμε την ψευδαίσθηση ότι μένουμε απαράλλαχτοι, ανέγγιχτοι από το διάβα των καιρών μέχρι που διαπιστώνουμε με δέος, θλίψη και φόβο το αντίθετο. Ένα μικρό ή μεγαλύτερο άλγος που ξεσπάει ξαφνικά. Η απώλεια κάποιου προσώπου που υπήρχε μέσα στη ζωή μας. Μια παλιά φωτογραφία που πέφτει στα χέρια μας. Μια ανάμνηση που ξεπηδά από κάποιον μακρινό ήχο, μια μυρωδιά, από την αφή αντικειμένου που είχαμε λησμονήσει την ύπαρξή του. Όλα τα παραπάνω ενεργοποιούν αυτό για το οποίο ο εγκέφαλος, σπλαχνικά, μας παραπλανά με άλλα ερεθίσματα ούτως ώστε να το λησμονούμε: την αίσθηση της φθοράς και του επερχόμενου τέλους.
Μόλις θυμηθούμε το αναπόφευκτο, η εικόνα μας στον καθρέφτη φωτίζεται με μια
σκληρή λάμψη, που δεν καλύπτει τίποτα! Βλέπουμε ότι έχουν σχηματιστεί ρωγμές εκεί που άλλοτε δέσποζε το ενιαίο ενός σφριγηλού δέρματος. Το χρώμα των μαλλιών έχει αλλάξει και «τα πρώτα άνθη του θανάτου», οι άσπρες τρίχες κάνουν θριαμβικά την εμφάνισή τους – πρώτα στο ύψος των κροτάφων κι έπειτα παντού. Οι περιοχές κάτω από τα μάτια δείχνουν να έλκονται από τη γη. Οι σάρκες κάτω από το λαιμό υπακούουν κι αυτές στο νόμο της βαρύτητας. Όλα προς τα κάτω, λες και η καθίζηση έγινε ξαφνικά.

Ηχηρό χαστούκι

Έτσι και οι κοινωνίες. Παραδίδουν την ακμή και την νεότητά τους στον Κρόνο-Χρόνο και έπειτα από ένα μείζον γεγονός διαπιστώνουν τι κακό τους βρήκε. Πόσο μεγάλη συμφορά έπεσε στην ανυποψίαστη κεφαλή τους. Κι όμως, δεν ήταν ένα το γεγονός. Ούτε απότομη η μεταβολή. Μια μεγάλη σειρά, μια ακολουθία από νότες πένθιμες προηγήθηκε του μεγάλου κραχ. Το γεγονός απλά λειτούργησε σαν το άτεγκτο σκληρό φως, που δεν αφήνει ρυτίδα για ρυτίδα δίχως να την αναδείξει. Τα λόγια του Αριστοτέλη για τους δούλους κάτι παρόμοιο είναι. Έτσι λειτουργούν και πολύ πιο έντονα από το αναμενόμενο. Σαν ηχηρό χαστούκι σε ιδρωμένο μάγουλο κοιμισμένου. Ο Έλληνας φιλόσοφος περιγράφει ποιος είναι ο ενδεικνυόμενος χειρισμός των δούλων και εμείς διαπιστώνουμε απορημένοι ότι η θέση μας η τωρινή είναι χειρότερη! Εμείς είμαστε τάχα μου πολίτες ενώ οι δούλοι της ελληνικής αρχαιότητας υπερείχαν σε πολλά!
Πόση ωκεανοί λησμόνιας πλημμύρισαν τις συνειδήσεις μας ώστε να βυθιστούμε σε τόση ανυποληψία; Από την δουλειά, την τιμωρία και την τροφή που καθόριζαν την καθημερινότητα του δούλου, εμείς, οι… ελεύθεροι πολίτες ξεμείναμε με την τιμωρία! Η δουλειά θεωρείται πλέον προνόμιο των τυχερών και η τροφή κατάκτηση… Η τιμωρία μόνο είναι δεδομένη, εξασφαλισμένη από τα πριν. Μεριμνά για αυτήν η πιο στρεβλή και φαύλη εκδοχή της εξουσίας που είχε ποτέ να αντιμετωπίσει το κοινό των Ελλήνων.
Η δολιότητα της συμμορίας που έχει σφετεριστεί την εξουσία έφτασε σε τέτοια επίπεδα ώστε να διαψεύσει και τον Αριστοτέλη. Ο πανεπιστήμων πρόγονός μας είχε αποφανθεί ότι «δεν είναι δυνατόν να αφεντεύεις αμίσθωτους». Οι σημερινοί υπηρέτες των βαρβάρων έκαναν αυτό το… αδύνατο κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Το θεσμοθέτησαν κιόλας συγχαίροντας ο ένας τον άλλον για το θεσμό της… μαθητείας.
Δυστυχώς, η εθνική επανεκκίνηση θα πρέπει να έχει ως πρώτο στόχο την κατάκτηση των επιπέδων ζωής που είχαν οι δούλοι στην αρχαιότητα. Ειρωνικό αλλά αναγκαίο. Και στη συνέχεια να μάθουμε αυτό που ορίζει ο Αριστοτέλης λίγο παρακάτω στο κείμενό του (1344b 15-20): «Κάθε δούλος πρέπει να ξέρει ότι έχει ένα τέλος η δουλεία του∙ γιατί είναι δίκαιο και ωφέλιμο να τους προσφέρεται η ελευθερία ως βραβείο, καθότι είναι πρόθυμοι να καταβάλλουν προσπάθειες όταν υπάρχει βραβείο και καθορισμένος χρόνος εργασίας».
Τέλος, να γίνουμε και αρκετά υψηλόφρονες ώστε να μην εξουσιαζόμαστε εύκολα.

πηγή