«Δε βρίσκεται για μια πόλη συμφορά βαρύτερη από τον τύραννο· εκεί πρώτα-πρώτα δεν υπάρχουν νόμοι καμωμένοι για όλους· ένας άντρας εξουσιάζει και για νόμο έχει το θέλημά του· ετούτο πια δεν είναι ισότητα. Μα όταν είναι γραμμένοι οι νόμοι, φτωχός και πλούσιος έχουν τα ίδια δικαιώματα. […] Και κοντά σ’ αυτά υπάρχει και τούτο: όπου έχει την εξουσία ο λαός, χαίρεται για τα νέα παλληκάρια που υπάρχουν στη χώρα. Αυτό όμως ένας τύραννος το λέει κακό για του λόγου του, και σφάζει τους καλύτερους κι όσους θαρρεί πως έχουν κατά νου, γιατί φοβάται για τον θρόνο του. Πώς μπορεί λοιπόν να δυναμώση πια μια πόλη, όταν, σαν βλαστούς σε ανοιξιάτικο λιβάδι, της ξερριζώνουν την αντρειά και της θερίζουν τον ανθό της νιότης;».
Ευριπίδου, «Ικέτιδες», 429-449, εκδόσεις Πάπυρος, σελ. 47
Ο Ευριπίδης στην πολιτική ανάλυσή του, βάζει στο στόμα του Θησέα, του βασιλέα των Αθηνών λόγια που έπρεπε να περιμένουν χιλιετίες μέχρι να ακουστούν ξανά (και στα σοβαρά) στη Δύση. Σ’ αυτό το σημείο της τραγωδίας ο δημοφιλής αρχαίος Έλληνας ήρωας συγκρούεται λεκτικά με τον κήρυκα των Θηβών, ο οποίος έρχεται να πέμψει στον Αθηναίο μηνύματα του Κρέοντα, του τυράννου της πόλης του Κάδμου. Ο κήρυκας της Θήβας υπερασπίζεται την αυθεντία του ενός έναντι του πλήθους, του όχλου που παρασύρεται εύκολα από τους δημαγωγούς. Ο Ευριπίδης ίσως ήθελε με τα λόγια του αλαζόνα κήρυκα να καυτηριάσει την ευμενή στάση των συμπολιτών του απέναντι στον Κλέωνα – ένα αρχέτυπο πάντα… ελκυστικό στο θυμικό του Έλληνα. Όμως, ο Θησέας, γεμάτος αυτοπεποίθηση για την πόλη του, τους θεσμούς της και τους πολίτες που στήριζαν τους θεσμούς αντιπαραβάλλει τη δεινότητα των επιχειρημάτων του στις σοφιστείες του εκπροσώπου του τυράννου. Το σκεπτικό του και ο πηγαίος ενθουσιασμός του Θησέα για τη συμμετοχή των πολιτών στα δημόσια πράγματα είναι εκείνα που αρμόζουν σε αληθινούς δημοκράτες και εθνικά υπερήφανους Έλληνες. Μια πολιτεία αντάξια των παιδιών της, ανθίζει όταν εκείνα συμβάλλουν με γνώμες και έργα στην καθημερινότητά της. Οι χώρες που αφαιρούν το λόγο από τα παιδιά τους δεν μετέχουν του ελληνικού τρόπου.
Χειραγώγηση απουσίας
Επιπλέον, αξιοσημείωτο στο προαναφερθέν χωρίο είναι το λεκτικό βέλος που εκτόξευσε ο Ευριπίδης στην κλασική αρχαιότητα και το οποίο πετυχαίνει σήμερα(!), στον… σταυρό, το βαθιά ανθελληνικό πλέγμα μιας εξουσίας που «σαν βλαστούς σε ανοιξιάτικο λιβάδι, ξερριζώνει την αντρειά και θερίζει τον ανθό της νιότης». Τώρα, οι Επικυρίαρχοι, δεν θυσιάζουν τα άνθη του Γένους μας σε πεδίο άδικης και άνισης μάχης. Τώρα έχουν αλλάξει οι μέθοδοι της εξόντωσης. Χειραγωγείται, προκαλείται τεχνηέντως η απουσία των δυναμικών γενεών – δεν επιβάλλεται απροκάλυπτα. Στην ξενιτειά στέλνουν τους νέους για να ξεφορτωθούν τις απόψεις και τις δράσεις τους. Στην παραζάλη των ναρκωτικών και στο ζόφο της κατάθλιψης αλυσοδένουν οι επίορκοι τους ανθούς μας. Δεν τους θέλουν, επειδή μόνο οι νέοι μπορούν να τους γκρεμίσουν από τους χρυσοποίκιλτους και βαμμένους με το αίμα αθώων θρόνους τους. Ο υπέροχος και βαθιά ανθρώπινος τραγωδός μας είχε καταλάβει αλήθειες που δεν μπορούν να φθαρούν από το πέρασμα του χρόνου και μας τις έστειλε, σαν μήνυμα σε μπουκάλι, μήπως και καταλάβουμε πως σκέφτεται κάθε διεφθαρμένη, αυταρχική και απάνθρωπη εξουσία.
Εκφυλισμός
Λίγους στίχους πιο κάτω, ο Θησέας, μας μιλάει και για την εκπόρνευση των νιάτων από εκείνους που έχουν ισχύ (θυμίζοντάς μας πολλά από τον γυαλιστερό χώρο της μόδας και των ΜΜΕ): «Ποια η ανάγκη να μαζεύη κανένας πλούτο και βιος για τα παιδιά του, για ν’ αποχτάη με κόπους πιο πολύ βιος για τον τύραννο; Ή γιατί στο σπίτι του σεμνές παρθένες να ανατρέφης; Για γλυκειά απόλαψη του τυράννου, όταν θέλη, και για δάκρυα δικά σου; Να με κόψη πια ο χάρος, αν είναι να σέρνωνται οι κόρες μου με το στανιό σε κλίνη αντρός».
Δεν θα ήταν άσχημο να αρχίσουμε ξανά την ανάγνωση των τραγωδιών – υπό το πρίσμα των σύγχρονων προβλημάτων. Εκεί προσφέρονται λύσεις που όλοι μας σκεφτόμαστε αλλά ίσως μας λείπει το θάρρος να υιοθετήσουμε. Προς το παρόν τα έργα των κλασικών δεν έχουν απαγορευτεί ακόμα. Ας εκμεταλλευτούμε την ολιγωρία της σάπιας εξουσίας…